Η Νεοελληνική Βαβέλ
Του φιλόλογου Οδυσσέα Β. Τσιντζιράκου
Κάποια στιγμή πρέπει να αναφερθώ και στον καθηγητή Γιάννη Κακριδή, που πριν 50 χρόνια περίπου ζήτησε από την δημόσια ελληνική τηλεόραση να του δώσουν μια ώρα κάθε εβδομάδα, προκειμένου να προσπαθήσει να σώσει την ελληνική γλώσσα από την κατρακύλα που έδειχνε ότι παίρνει. Με περισσή επισημοφάνεια του ανακοίνωσαν ότι του παραχωρούν δέκα! (10) ολόκληρα λεπτά! Εικάζω να υπερίσχυσε της ευγενείας του η οργή, να τέντωσε τις δυο παλάμες του και να τους τα επέστρεψε! Θάπρεπε να σημειώσω πολλά. Οικονομία χώρου γαρ.
Η γλώσσα μας πέρασε από σαράντα κύματα, ώσπου να φτάσει στη σημερινή της κατάντια. Για τη φθορά της έχω μιλήσει, και πάλι θα μιλήσω εν ευθέτω. Ωστόσο ως πρωτοπόροι του πνεύματος δεν μείναμε αδρανείς. Κάναμε και εξαγωγή λέξεων σε κάθε χώρα του πλανήτη. Η προσφώνηση μ…..α και άλλες χυδαιότητες και στην πιο απόμακρη γωνιά της γης. Ελληνικότατα! Όχι παίζουμε. Εξαγωγή λοιπόν, εκεί που κάποτε δίναμε στους λαούς τις βαθειές επιστημονικές και φιλοσοφικές έννοιες. Κάποτε όμως.
Κι ανάμεσα στα πολλά κακώς έχοντα στη χρήση της ελληνικής γλώσσας από τους ίδιους τους Έλληνες, είναι και η εντελώς διαρρηγμένη σχέση αιτίου και αιτιατού ανάμεσα στο σημαίνον και το σημαινόμενο της κάθε λέξης, οπότε πλέον η χρήση και η ερμηνεία των όρων γίνεται κατά το δοκούν. Και το κακό γίνεται βαρύτερο επειδή αυτά, δυστυχώς, τα γνωρίζουν οι ξένοι. Και το κακό έχει ήδη δρομολογηθεί. Χρησιμοποιούμε τη σημασία των λέξεων καταπώς μας βολεύει. Κι ίσως εμάς τους Νεοέλληνες να είχε υπόψη του ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρας όταν έγραψε “Tamquam scopoulum, sic fugias verbum insoles et inauditum” (= να αποφεύγεις την ασυνήθιστη και πρωτάκουστη λέξη, έτσι όπως αποφεύγεις τον σκόπελο!)
Ιδού λοιπόν λίγα δείγματα όλων αυτών:
-Κι ας ξεκινήσω με τη λέξη της χρονιάς: εργαλειοποίηση – εργαλειοποιώ. Έγινε ψωμοτύρι των πολιτικών ένθεν και ένθεν. Η λέξη δεν υπάρχει στο ελληνικό λεξιλόγιο. Τη σερβίρουν όμως εντελώς λειψά και λαθεμένα. Εμπεμπλήκασιν ημών τα ώτα. Γεμίζει το στόμα σου λέξη και συνάμα εκτονώνεις το κομματικό σου πάθος! Τόσο απλά.
Δεν γίνεται να παραλείψω το «άπλιτου φως». Δεκαετίες τώρα, κάθε που ξεσπάει πολιτικό σκάνδαλο, χύνεται άπλετο φως, για να λάμψει η αλήθεια! Η αλήθεια όμως ποτέ δεν έλαμψε κι ούτε θα λάμψει. Άρα το φως που χύνεται είναι τελικά άπλυτου, όπως το προφέρουν κάποιοι βουλευτάδες, που ποτέ τους δεν έμαθαν τι σημαίνει το επίθετο άπλετος, κι ούτε ποτέ μπόρεσαν ποτέ τους να αποβάλουν την ιδιωματική τους προφορά. Ρίχνουν λοιπόν το άπλυτου φως, «μπαζώνουν» την αλήθεια και τελικά τη βλέπουν να λάμπει μόνο εκείνοι που την έθαψαν.
Κοντός ψαλμός! Το επίθετο άπλετος, -ον είναι αρχαιοελληνικό, παράλληλος τύπος του άπλατος και άπληστος = ο τεράστιος, ο ογκώδης, ο απεριόριστος. Από τα τρία αυτά συγγενικά στην ετυμολογία και τη σημασία επίθετα, το άπλετος στη Νεοελληνική λειτουργεί ως προσδιοριστικό μόνο στη λέξη φως (= άφθονο, απεριόριστο φως). Επομένως δεν γίνεται να λειτουργήσει ως προσδιοριστικό άλλων ουσιαστικών. Δεν υπάρχουν ούτε άπλετη χαρά ούτε άπλετος χώρος ούτε άπλετοι άνθρωποι. Αντιθέτως, άπλυτοι υπάρχουν πολλοί, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Ολιστικός –η – ο. Άλλο και τούτο. Πώς σχηματίστηκε και πώς μεταδόθηκε από στόμα σε στόμα, ένας άνθρωπος που γνωρίζει ελληνικά δεν το καταλαβαίνει. Στα λεξικά πάντως δεν υπάρχει. Μήπως οι χρήστες το θέλουν αντί του ολικός; Όμως εμπίπτει και αυτή η ενδιαφέρον λέξη στα πλαίσια της ημιμαθής γνώσης της γλώσσας!
Πιλοτικός –ή –ό. Ακούμε ή διαβάζουμε πιλοτικές οδηγίες ή λειτουργίες! Ωραία, σε λεξικά σοβαρά δεν θα το βρει κανείς. Σημαίνει άραγε κατευθυντήριος; Σχετίζεται δηλαδή με το πιλότος; Στην αρχαία υπάρχει και ο πίλος = το καπέλο! Αν είναι από το πίλος, τότε σημαίνει καπελωμένος. Και επειδή οι χρήστες δεν διευκρινίζουν ποιο (i) χρησιμοποιούν, αν το πούμε πηλωτικός σημαίνει λασπωμένος, αν το πούμε πυλωτικός τότε έχει σχέση με τις πύλες…
Φοβικός –η –ο. Στα λεξικά μην το ψάχνετε. Η μορφή του δηλώνει ότι σχετίζεται με το φόβο. Έχει άραγε ενεργητική ή παθητική σημασία; Δηλαδή οι φοβικές ομάδες λ.χ. φοβερίζουν άλλους ή φοβούνται οι ίδιοι; Βράσε όρυζα…
Υπεραξία. Κάποιοι την πιπιλίζουν ως καραμέλα και την «προμοτάρουν». Την δανείστηκαν από την πολιτική οικονομία και την σερβίρουν όπως κι όπου να ‘ναι πιστεύοντας πως ανεβαίνει η δική τους υπεραξία.
Τα κόστη. Το κόστος δεν έχει πληθυντικό. Η Λογιστική αναφέρεται σε κέντρα κόστους όπου χρειάζεται να αναφερθεί στον πληθυντικό. Ακούμε όμως κόστη και από Πανεπιστημιακούς δασκάλους…
Τέλος θα μπορούσα να αναφερθώ σε πλείστες όσες λέξεις. Μας προέκυψε όμως και η λέξη πόρισμα, οπότε δεν μου μένει χώρος. Οικονομία, είπαμε.
Λοιπόν: Πόρισμα είναι το συμπέρασμα που βγαίνει από προηγούμενες αποδείξεις. Είναι κάθε τι που βγαίνει αντικειμενικά ύστερα από έρευνα, μελέτη, απόδειξη. Οι προτάσεις στο πόρισμα είναι κατασταλαγμένες, κατηγορικές, σαφείς. Στο πόρισμα δεν μπορούμε επ’ ουδενί να αναφερόμαστε σε πιθανότητες, εικασίες, υποθέσεις. Οι κρίσεις όλες είναι αντικειμενικές, απαλλαγμένες τελείως από την υποκειμενικότητα. Και τέλος η γλώσσα ενός πορίσματος (με την κύρια σημασία του όρου) κατευθύνεται μονάχα από τη λογική διεργασία. Η γλώσσα του πορίσματος δεν μπορεί να κατευθύνεται από κίνητρα παραδοσιακής, συναισθηματικής ή και σκόπιμης συμπεριφοράς. Και να είναι σαφής και επαρκής.
Μήπως κάποιοι μπερδεύουν το πόρισμα με την έκθεση; Είτε από άγνοια γίνεται, είτε από σκοπιμότητα, κακό είναι και το ένα και το άλλο.