Αγρότες: Απ’ τον Αλή Πασά μέχρι τους φραπέδες!
Του Οδυσσέα Β. Τσιντζιράκου
Παρακολουθώντας τελευταία τις κινητοποιήσεις της μαρτυρικής τάξης των αγροτών μας, της μόνης παραγωγικής εν Ελλάδι, καθώς οι γεωργοί και οι κτηνοτρόφοι έχουν φτάσει πια στα όρια της κατάρρευσης και του αφανισμού μέσα στον κυκεώνα μιας ατέρμονης σκανδαλολογίας, που συγκλονίζει το πανελλήνιο κι όχι μόνο, έρχονται καρφωτές στο νου μου παρόμοιες διαδικασίες κατά τις οποίες οι αγροτικοί πληθυσμοί πλήρωσαν την ύπαρξή τους με ιδρώτα και αίμα, για να στηρίξουν τη δύναμη, τη χλιδή, τον πλούτο και τη δόξα όλων εκείνων των παρασιτικών κηφήνων που είχαν σκοπίμως καταστήσει δουλοπάροικους όλους όσους επιδίδονταν στον πρωτογενή τομέα παραγωγής.
Κι ας πάρουμε ως αφετηρία τον Αλή Πασά, για να προχωρήσουμε στους μπέηδες, τους κοτζαμπάσηδες, τους φεουδάρχες, τους τσιφλικάδες, τους μεγαλοσχήμονες, που χρωστούν τον πλούτο και την εξουσία τους στο σφετερισμό του αγροτικού μόχθου. Κι αυτοί οι μεγαλοσχήμονες, για να εξυπηρετήσουν πιο καλά τους άνομους σκοπούς τους «μετέτρεψαν» και το πολίτευμα σε «δημοκρατία», υμνώντας παράλληλα τους προγόνους ημών που εισήγαγαν την δημοκρατία, αλλά και αποκρύπτοντας από τον κόσμο ότι η «δημοκρατία» που έδωσαν οι ίδιοι δεν είναι η δημοκρατία Αθηναϊκού τύπου, αλλά Φεουδαλικού. Και κάπως έτσι οι αγρότες μας στάθηκαν απέναντι στον Αλή, ώσπου περνώντας μέσα από σαράντα κύματα έφτασαν σήμερα να βρίσκονται απέναντι στους φραπέδες αντιμετωπίζοντας ξανά τους ίδιους κινδύνους μετά από 220 σχεδόν χρόνια. Οι κύκλοι της ιστορίας!
Ας δούμε λοιπόν κάποια πράγματα, όπως μας τα διέσωσε ο Γάλλος γιατρός, πρόξενος και περιηγητής, Φραγκίσκος Πουκεβίλ, που έζησε από κοντά τον Αλή για δέκα συνεχή χρόνια.
Αλή Τεπελενλής. Στην επικράτειά του ήταν ο απόλυτος κυρίαρχος 2.000.000 ψυχών και λειτουργούσε ως Κράτος εν Κράτει. Δυστυχώς η οικονομία του χώρου δεν μας επιτρέπει εκτενείς αναφορές. Η κατεξοχήν τυραννική του φύση επέβαλλε βεβαίως το δικαίωμα ζωής και θανάτου όλων των κατοίκων. Ο γραμματικός του, Αθ. Λιδωρίκης, μας πληροφορεί πως τα ετήσια έσοδα του Αλή ανέρχονταν στις 500.000 αγγλικές λίρες, ποσό αμύθητο. Και στοίβαζε στις αποθήκες του κάθε χρόνο θησαυρούς με ουρά. Άνθρωπος ευεπίφορος σε κάθε είδους παραξενιά και διαφθορά λόγω δύναμης και πλούτου. Φορολογούσε τους πάντες για τα πάντα. Ακόμα και για το κατούρημα! Απαιτούσε από τους πάντες τα πάντα και τα έπαιρνε με την ωμή βία. Του ζητούσαν οι αγρότες, που δεν είχαν πού την κεφαλήν κλίναι να τους μειώσει τους φόρους! Μα όσο πιεστικοί γινόταν, άλλο τόσο τους ξεπάστρευε παίρνοντας τα κτήματά τους και εξοντώνοντας τους πληθυσμούς.
Η αξία της περιουσίας του είναι αδύνατο να υπολογιστεί. Σεράγια, κτήματα, δάση, λιβάδια, βοσκοτόπια, σουλτανικά κτήματα, τα πάντα δικά του. Είχε στην κατοχή του 500.000 πρόβατα και 600.000 γίδια σε κοπάδια εγκατεσπαρμένα παντού. Οι βοσκοί στα διάφορα χωριά ήταν όλοι υποστατικοί του, όπως και οι εργάτες γης, όπως και οι διοικητικοί υπάλληλοι και οι φύλακες στο σαράι. Κι όλοι αυτοί πληρώνονταν από τον κόσμο. Όχι από τον ίδιο τον Αλή. Παντού οργίαζε η διαφθορά, η συναλλαγή, η διαπλοκή. Ο ίδιος μόνον εισέπραττε. Δεν πλήρωνε κανέναν και τίποτε. Κι ας στέναζαν μέρα και νύχτα οι αγρότες.
Αν λοιπόν ζούσε σήμερα, πόσα θα εισέπραττε από τον ΟΠΕΚΕΠΕ; Αλλά ας παρακολουθήσουμε το εξής φαιδρό: Με πολύ μεγάλη συνοδεία ο Βεζίρης (σωματοφύλακες, αμαξάδες, γραμματικοί, υπηρέτες, άλογα κ.λπ.) και με παρέα τον Πουκεβίλ έκαμε περιοδεία σε χωριά της Πρέβεζας. Οι αγρότες αυτών των χωριών του είχαν ζητήσει επανειλημμένως να τους μειώσει τη φορολογία, αλλά το αίτημά τους αντιμετωπιζόταν συνεχώς με κοροϊδία. Και τώρα μόλις αντιλήφθηκαν ότι ο Αλής πλησιάζει σε κάποιο χωριό, έτρεξαν και έριξαν στα πόδια του δοχεία γάλα, σακιά αλεύρι, στάρι, καλαμπόκι, λάδι προς ένδειξη διαμαρτυρίας. Μπλόκο βεβαίως δεν έστησαν, αλλά του ζητούσαν ξανά με οργισμένες φωνές να μειώσει τους φόρους. «Νισάφι πια, δεν αντέχουμε άλλο, δεν μπορούμε να ζήσουμε τις φαμελιές μας».
Ο Αλής, μανούλα στην επικοινωνιακή πολιτική, και σχεδιάζοντας στο μυαλό του να τους ξεπαστρέψει και να τους διώξει απ’ τον τόπο τους, τους έκαμε νόημα να φύγουν λέγοντάς τους: «Πω! Πάτε στο καλό. Να κάνετε το σταυρό σας να είμαι καλά και τίποτα δεν θα σας λείψει. Σας έχω στην καρδιά μου! Και για να σας το αποδείξω, αφού και σεις μ’ αγαπάτε θα μου χτίσετε με δικά σας έξοδα ένα σαράι σε έξι μήνες! Αλλιώς το κρίμα στο λαιμό σας.» Στον Πουκεβίλ δικαιολογήθηκε: «Το θέλω το σαράι για να έρχομαι για κυνήγι! Αυτά τα παλιόσκυλα μου χρωστούν του κόσμου τα λεφτά!» Εν τέλει μην έχοντας οι χωριανοί τα χρήματα να του χτίσουν σαράι αναγκάστηκαν να του πουλήσουν τα υπάρχοντά τους όλα και οι ίδιοι εγκατέλειψαν το χωριό, το οποίο μέτρησε ως ένα από τα 935 τσιφλίκια του!
Κατά τα άλλα: Στους ξένους έδινε την αίσθηση ότι ήταν ένας φιλελεύθερος, φωτισμένος, δίκαιος και λαϊκός ηγέτης, που φρόντιζε την παιδεία, τον πολιτισμό, την ανεξιθρησκία. Τον χαρακτήρισαν μάλιστα ισάξιο του Ναπολέοντα, γενναίο και εμπειροπόλεμο. Αυτός όμως ο πολυσυζητημένος δίκαιος πασάς είχε καταντήσει τους κατοίκους δουλοπάροικους και πίσω από τα έργα υποδομής για τα οποία φημιζόταν, κρυβόταν το προσωπείο του τυράννου, που έκαιγε, σούβλιζε, έπνιγε στη λίμνη, έσφαζε με πριόνι, κρεμούσε ζωντανούς και τους έγδερνε. Κακουργία, βαρβαρότητα, αφιλία, ασέλγεια, απανθρωπιά, υποκρισία, ανεντιμότητα, απιστία, φιλοχρηματία. Είχε πάνω του όλα τα κακά του κόσμου. Αλλά και η πλαστή του καλοσύνη, οι δήθεν αδυναμίες του οι κουμπαριές και τα προξενιά που έκαμνε, όλα αυτά γίνονταν για να κερδίζει ο ίδιος.
Απ’ όλους τους θησαυρούς του πήρε μαζί του μονάχα έναν τορβά αλάτι μέσα στο οποίο ο Χουρσίτ έστειλε το κεφάλι του στο Σουλτάνο! Κι ας σημειωθεί ακόμα ότι κατά την παντοδυναμία του άφηνε να φανεί παντού η επιδίωξή του να γίνει αθάνατος και να μετατρέπει τα διάφορα μέταλλα σε χρυσό. Τις αδυναμίες του αυτές τις εκμεταλλεύτηκε κάποιος Ρώσος, ονόματι Σέργιος, που τον ξεγελούσε επ’ αρκετό καιρό δίνοντάς του να πίνει αθάνατο νερό, φκιαγμένο από κόπρανα παιδιών και παρουσιάζοντάς του τον χαλκό για χρυσάφι! Κι όταν η κομπίνα αποκαλύφθηκε, ο Σέργιος βρέθηκε κρεμασμένος από πλάτανο των Ιωαννίνων. Αυτά και άλλα πολλά.
Και οι αγρότες μας και πάλι στις επάλξεις. Απ’ την εποχή του Αλή ως την Ελλάδα των φραπέδων… Τα ίδια επί Αλή, τα ίδια στην πορεία του χρόνου, τα ίδια και τώρα.
Αύριο δεν ξέρω αν θα υπάρχει αγροτικός κόσμος. Φοβούμαι πως όχι…












































